emminopausiΕμμηνόπαυση είναι  η μόνιμη διακοπή της εμμήνου ρύσεως και κατά συνέπεια σημαίνει το τέλος της αναπαραγωγικής ικανότητας.

Κατά την διάρκεια της αναπαραγωγικής ηλικίας, η ρυθμικότητα-κυκλικότητα των έμμηνων ρύσεων είναι περίπου ένας κύκλος / ένας μήνας με την ωορρηξία να επισυμβαίνει περίπου δύο εβδομάδες μετά την πρώτη ημέρα της περιόδου.

Για να συμβεί αυτό η ωοθήκες πρέπει να παράγουν αρκετή ποσότητας προγεστερόνης και οιστρογόνων.

Η εμμηνόπαυση λαμβάνει χώρα επειδή οι ωοθήκες όσο αυξάνει η ηλικία της γυναίκας παράγουν λιγότερες ορμόνες, με αποτέλεσμα οι κύκλοι καθώς και η ωορρηξία να συμβαίνουν όλο και λιγότερο συχνά.

Τελικώς, ωορρηξία και κύκλοι τερματίζονται μόνιμα. Το διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ των ετών πριν και ένα χρόνο μετά την τελευταία περίοδο ονομάζεται περιεμμηνόπαυση, η διάρκεια του οποίου διαφοροποιείται σημαντικά από περίπτωση σε περίπτωση.

Η μέση ηλικία της εμφάνισης της εμμηνόπαυσης είναι περίπου τα 51 έτη. Ωστόσο, πολλές γυναίκες καθίστανται εμμηνοπαυσιακές στην ηλικία τω 40 ετών. Ως πρόωρη θεωρείται η εμμηνόπαυση που λαμβάνει χώρα πριν την ηλικία των  40 ετών.

Τα συμπτώματα της περιεμμηνόπαυσης  χαρακτηρίζονται από: διαταραχές εμμήνου ρύσεως κάθε τύπου (μηνομητρορραγία, ολιγομηνόρροια, πολυμηνόρροια και αμηνορροϊκά διαστήματα), εξάψεις, νυχτερινές εφιδρώσεις, διαταραχές του ύπνου, κατάθλιψη, ευερεθιστικότητα, κεφαλαλγία, κούραση και εκνευρισμό. Τα συμπτώματα αυτά καθίστανται λιγότερο συχνά και λιγότερο ενοχλητικά με την έλευση της εμμηνόπαυσης.

Η εμμηνόπαυση ,λόγω της μείωσης των επιπέδων των οιστρογόνων ,επηρεάζει αρνητικά ποικιλοτρόπως την υγεία της γυναίκας.

Πιο συγκεκριμένα η εμμηνόπαυση χαρακτηρίζεται από αλλαγές σε διάφορα συστήματα του γυναικείου σώματος. Πιο αναλυτικά διακρίνουμε αλλοιώσεις στο:

  • Αναπαραγωγικό τμήμα: οπου παρατηρείται ξηρότητα του κόλπου (κατάσταση η οποία είναι γνωστή με τον ορο «ατροφική κολπίτιδα») η οποία μπορεί να προκαλέσει διάφορες κολπίτιδες και να κάνει επώδυνη την σεξουαλική επαφή. Επίσης ατροφούν και τα εσω γεννητικά όργανα (μήτρα, ωοθήκες) ενώ η libido συνήθως μειώνεται.

  • Ουροποιητικό σύστημα: παρατηρούνται αρκετά συχνά ουρολοιμώξεις με αίσθημα καύσου κατά την ούρηση. Μερικές γυναίκες αναπτύσσουν ακράτεια από προσπάθεια και ακράτεια από έπειξη.

  • Δέρμα: το δέρμα γίνεται πιο λεπτό, πιο ξηρό και λιγότερο ελαστικό ως αποτέλεσμα της μείωσης της παραγωγής κολλαγόνου και ελαστίνης.

  • Οστά: Η μείωση των οιστρογόνων προκαλούν μείωση της οστικής πυκνότητας με εγκαθίδρυση σε αρκετές πετριπτώσεις οστεοπόρωσης.

  • Λιπιδαιμικό προφιλ: παρατηρείται  αύξηση της «κακής» χοληστερίνης (LDL) και μείωση της « καλης» (HDL). Αυτές οι αλλαγές μπορούν μερικώς να εξηγήσουν την αύξηση των καρδιαγγειακών επεισοδίων που παρατηρούνατι κατά την εμμηνόπαυση.

Θεραπεία 
Η σωματική άσκηση, ιδιαίτερα η αεροβική, η διακοπή του καπνίσματος, η προσεκτική διατροφή καθώς και μερικές αλλαγές στον τρόπο ντυσίματος μπορούν να βοηθήσουν σημαντικά στην καταπολέμιση των εμμηνοπαυσιακών συμπτωμάτων όπωςοι εξάψεις και η αυπνία.

Διάφορες λιπαντικά σκευάσματα μπορούν να χρησιμοπποιηθούν για να αντιμετωπιστεί η ξηρότητα του κόλπου ενώ οι ασκήσεις του πυελικού εδάφους ( ασκήσεις Kegel) βελτιώνουν σημαντικά τα προβλήματα της ακράτειας.

Η Θεραπεία Ορμονικής Υποκατάστασης (Θ.Ο.Υ.) μπορεί να απαλύνει πολλά από τα συμπτώματα της εμμηνόπαυσης όπως οι εξάψεις, η κολπική ξηρότητα, οι νυχτερινές εφιδρώσεις και να προστατεύσει τον οργανισμο από δυσάρεστες καταστάσεις όπως είναι η οστεοπόρωση. Από την άλλη πλευρά όμως, η Θ.Ο.Υ. σχετίζεται και με ανάπτυξη διαφόρων παθολογικών καταστάσεων που μπορεί να απειλήσουν την υγεία όπως καρκίνος του ενδομητρίου και θρομβοεμβολικά επεισόδια.

Σε κάθε περίπτωση η επιλογή της χορήγησης Θ.Ο.Υ. είναι μία δύσκολη απόφαση η οποία είναι εξατομικευμένη και παίρνεται από κοινού, από την γυναίκα και τον θεράποντα Ιατρό της.

Στην Θ.Ο.Υ. μπορούν να χορηγηθούν οιστογόνα ή προγεσταγόνα από μόνα τους ή συνδυαστικά, δηλαδή να χορηγούνται   ταυτόγχρονα και οι δύο ουσίες. Σε γενικές γραμμές , σε γυναίκες στις οποίες υπάρχει η μήτρα χορηγείται συνδυαστική θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης, ενώ, σε γυναίκες που δεν έχουν μήτρα  μπορούν να χορηγηθούν οιστρογόνα από μόνα τους.

Ο τρόπος χορήγησης ποικίλει. Ετσι έχουμε δισκία για από του στόματος χορήγηση, κολπικά δισκία , αυτοκόλλητα (patches) για διαδερμική χορήγηση, κολπική γέλη ή κρέμα και ενέσιμα.

Στην από του στόματος συνδυαστική χορήγηση της Θ.Ο.Υ. το οιστρογόνο λαμβάνεται καθημερινά ενώ το προγεσταγόνο προστίθεται από την 12η μέρα θεραπείας και μετα ή εναλλακτικα μπορει να χορηγηθεί καθημερινα ένα δισκίο που περιέχει και τα δύο ορμονούχα σκευάσματα μαζί. 

Η συνδυαστική θεραπεία οιστρογόνου και προγεσταγόνου μειώνει τον κίνδυνο ανάπτυξης οστεοπόρωσης και καρκίνο του παχέως εντέρου, ενώ αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών επεισοδίων, θρομβοεμβολικών επεισοδίων και ακράτειας ούρων. Φαίνεται ότι η χρήση της Θ.Ο.Υ. για διάστημα κάτω των 5 ετών δεν αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού.

Εκλεκτικοί ρυθμιστές των οιστρογονικών υποδοχεών (SERMS)

Πρόκειται στην ουσία για φαρμακευτικές ουσίες οι οποίες δρούνε επιλεκτικά σαν οιστρογόνα σε ορισμένα μέρη του ανθρώπινου οργανισμού. Η μοναδική ουσία SERMS που σήμερα χρησιμοποιείται για την πρόληψη της απώλειας οστικής μάζας που προκαλείται από την εμμηνόπαυση είναι η ραλοξιφαίνη.

Η ραλοξιφαίνη δρα ως οιστρογόνο στο επίπεδο των οστών μειώνοντας την απώλεια οστικής μάζας ελλατώνοντας το ποσοστό εμφάνισης καταγμάτων και ως αντι-οιστρογόνο στον μαστο και στο ενδομήτριο προκαλώντας  μείωση του  κινδύνου εμφάνισης καρκίνου σε αυτά τα όργανα.