Είναι παγκοσμίως ο δεύτερος σε συχνότητα και θνητότητα που αφορά τις γυναίκες, μετά τον καρκίνο του μαστού.
Είναι πλέον σήμερα τεκμηριωμένο ότι οι υψηλόβαθμες ενδοεπιθηλιακές αλλοιώσεις του τραχήλου (HIGSIL ή CIN II-III) αποτελούν προδρομικές μορφές του διηθητικού καρκίνου και ότι αυτές σχετίζονται με τους ογκογενετικά υψηλούς τύπους 16 και 18 του ιού HPV.
Στο αρχικό στάδιο ο καρκίνος του τραχήλου είναι ασυμπτωματικός, γι’ αυτό το λόγο επιμένουμε πολύ στον περιοδικό έλεγχο με εξέταση του κολποτραχηλικού επιχρίσματος (test PAP) για την έγκαιρη διάγνωση των ενδοεπιθηλιακών αλλοιώσεων ή του καρκίνου.
Τα συμπτώματα της εμφανούς νόσου είναι η εξέλκωση, διάβρωση του τραχήλου με κολπική αιμόρροια κατά την επαφή και κάθε μορφής μητρορραγία ή μετεμμηνοπαυσιακή αιμόρροια.
Στην περίπτωση που το test PAP είναι ενδεικτικό βλάβης του τραχήλου (ενδοεπιθηλιακή ή διηθητική νόσος), η κολποσκόπηση και η κατευθυνόμενη βιοψία ή η κωνοειδής εκτομή θέτουν τη διάγνωση. Η αντιμετώπιση ποικίλλει ανάλογα με το στάδιο και περιλαμβάνει την χειρουργική θεραπεία, την ακτινοθεραπεία και συμπληρωματική χημειοθεραπεία.
Σε πολύ αρχικό στάδιο (ΙΑ) η κωνοειδής εκτομή θεωρείται και θεραπευτική, ενώ μέχρι το στάδιο ΙΙΑ, εφαρμόζεται χειρουργική θεραπεία η οποία περιλαμβάνει ριζική υστερεκτομή με λεμφαδενικό πυελικό καθαρισμό και συμπληρωματική βραχυθεραπεία ή ακτινοβολία εκτεταμένων πεδίων.
Στα προχωρημένα στάδια εφαρμόζεται ακτινοθεραπεία σε συνδυασμό με συστηματική χημειοθεραπεία.